Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2014

1209

Σκέφτομαι πως αν εκείνο το πρωινό της Τετάρτης δεν είχα αρρωστήσει, μπορεί να ήμασταν μαζί. Πως αν αντί για το νοσοκομείο ήμουν κοντά σου, μπορεί ακόμη να μου μιλούσες η έστω να απαντούσες σε κάποιο από τα μηνύματα μου. Αυτά τα σκέφτομαι στο δωμάτιο 1209, τρεις μήνες μετά.

Ένα χρόνο πριν, δεν μου άρεσαν τα νοσοκομεία, συγκεκριμένα δεν άντεχα την μυρωδιά τους, τώρα έχω πάρει την μυρωδιά τους ή αυτά την δική μου ή απλά συνηθίσαμε ο ένας τον άλλον. Ποιο παλιά φοβόμουν τις αιμοληψίες, τώρα μου παίρνουν αίμα ακόμη και όταν κοιμάμαι. Έχω κάνει όλων των ειδών τις εξετάσεις και τον φόβο μου τον συσσωρεύω όλο σε τέσσερα άκρα, σε σε δυο μικρές γροθιές και σε αλλά δυο παιδικά πόδια που σιγοτρέμουν και χτυπιούνται μόνα τους. Στο νοσοκομείο δεν υπάρχουν φύλλα σε ξεγυμνώνουν άντρες και γυναίκες σου αγγίζουν το στήθος την κοιλιά και πιο χαμηλά άντρες και γυναίκες, σε εξυπηρετούν στην τουαλέτα άντρες και γυναίκες. Στο νοσοκομείο δεν υπάρχει προσωπικός χώρος και φυσικά ούτε ώρες κοινής ησυχίας. Στο νοσοκομείο μέσα γίνεσαι μια μηχανή που καταναλώνει και παράγει. Πάρε χάπι, πάρε φάρμακο, πιες αυτό το υγρό, φάε φρυγανιά, πάρε φάρμακο, πάρε αντιβίωση, πάρε χάπι. Και έπειτα ζητούν... Ζητούν αίμα, ζητούν ούρα, ζητούν κόπρανα και πάλι αίμα και ξανά αίμα και δείγματα και βιοψίες και πάλι αίμα. Και επίσης αναπνοές, σαν να βρίσκεσαι σε δάσος, αλλά βεβιασμένες, βαθειά ανάσα για την αιμοληψία, για τον φλεβοκαθετηρα, για την ακρόαση, για την ψηλάφηση, τον υπέρηχο, την αξονική, την μαγνητική...Όταν τριγυρνάς στους διαδρόμους υγιείς και ασθενής σε ελέγχουν εξονυχιστικά, από πάω ας κάτω, παίζοντας μάντεψε τι, κρίμας το κοριτσάκι λένε από μέσα τους και εν το μεταξύ έχουν ελέγξει τον ορό και όλο σου το σώμα για τυχόν, πληγές, ράμματα, επεμβάσεις, προσπαθώντας να κάνουν μια επιπόλαιη διάγνωση.

Από όταν μπήκα στο δωμάτιο έχουν καλέσει τρεις φορές στο τηλέφωνο,
ψάχνουν μια Ελεάνα, μεγάλη μάλλον σε ηλικία καθώς μεγάλες και οι φωνές που την αναζητούν. Πέθανε! Αλλεργική αντίδραση σε αντιβίωση, έπειτα έμφραγμα. Ακαριαίος θάνατος. Υποθέτω εγώ. Γιατί παρόλο που ναι νοσοκομείο δεν μου δημιουργεί καμιά ελπίδα. Και αυτή η ελπίδα αν υπάρχουν θραύσματα της, ολοένα τα παίρνει ο άνεμος, όταν είσαι μόνος. Όταν είσαι μόνος φρικτές σκέψεις περνάνε απ το μυαλό σου, πόσο μάλλον μέσα σε ένα μπλε δωμάτιο νοσοκομείου, με ένα πίνακα απέναντι σου και αυτόν μπλε, κάποιο νησί του Αιγαίου, όχι κακό, αλλά όχι τέλος πάντων της δικής μου αισθητικής. Και εδώ θέλω να προσθέσω πως όσο καθαρό και φροντισμένο και πολυτελές να είναι το νοσοκομείο, δεν παύει ποτέ να είναι νοσοκομείο, ένας χώρος που δεν βρίσκεσαι μάλλον για καλό λόγο, ένας χώρος που σε κρατά μακρυά απ την ζωή σου την καθημερινότητα σου, την οικογένεια τους φίλους, την ελευθερία σου.

Κλαίω με λυγμούς, σε παίρνω τηλέφωνο, το σηκώνεις, μα γιατί δεν το είχα δοκιμάσει νωρίτερα...κλαίω, δεν έχω δύναμη να σου μιλήσω, εσύ μένεις εκεί στο ακουστικό, σε ακούω, την ανάσα σου, την αναγνωρίζω, την θυμάμαι, κομμένη και συγκρατημένη, να μην διακόψει το κλάμα μου. Ησυχάζω και σου λέω...

-Σε παρακαλώ...
είμαι στο νοσοκομείο...
και φοβάμαι...

και σε έχω ανάγκη!

Παρασκευή 10 Οκτωβρίου 2014

Σκέφτομαι και γράφω: To σπίτι μου.

Στο σπίτι μου λέμε κλείσε την καταπακτή, πέρα απ' την πόρτα γιατί έχουμε και τέτοια, λέξη που πολλοί αγνοούν. Στο σπίτι μου ξέρουν πως είμαι κι η Νατάσα. Στο σπίτι μου τις νύχτες δολοφονούμε κατσαρίδες με φοβερή επιτυχία. Στο υπόγειο του σπιτιού μου έχουμε αναθρέψει νεογέννητα γατάκια με την χρήση ενός παλιού μας μπιμπερό. Είμαστε όλοι όμορφοι, έτσι τουλάχιστον λέει το επίθετο μας. Στο σπίτι μου φιλιόμαστε μόνο την Ανάσταση ίσως και καμιά Πρωτοχρονιά. Στο σπίτι μου δεν κλαίμε ο ένας μπροστά στον άλλον, δεν παίρνουμε αγκαλιές και δεν αγαπάμε, ακόμη και αν το κάνουμε μέσα η έξω από αυτό δεν το λέμε. Στο σπίτι μου δείχνουμε την αγάπη με περίεργους τρόπους. Στο σπίτι μου δεν  λέμε σε αγαπώ, με αγαπάς; μου έλειψες, σε χρειάζομαι και άλλα τέτοια, βρισιές όμως ακούγονται πολλές. Στο σπίτι μου δεν κάνουμε δώρα. Και δεν έχουμε κορνίζες με φωτογραφίες. Στο σπίτι μου τρία από τα πέντε μέλη της οικογενείας σβήνουν τούρτα μέσα στο ίδιο 24ωρο. Στο σπίτι μου έχουμε σπίτια, αλλά όχι λεφτά. Στο σπίτι μου πάντα κάποιος νοσεί και όταν κάποιος δεν είναι καλά, κανείς δεν είναι καλά. Στο σπίτι μου δεν πιστεύουμε και δεν νηστεύουμε. Στο σπίτι μου δεν ποθούμε, δεν κάνουμε έρωτα κι αν κάνουμε δεν χρειάζεται να το λέμε. Στο σπίτι μου κανείς δεν μένει νηστικός, συγγενής, φίλος, γνωστός και άγνωστος, για όλους υπάρχει φαΐ. Στο σπίτι μου δεν ξέρουμε τίποτα ο ένας για τον άλλον. Στο σπίτι μου υπάρχει απόσταση ανάμεσα μας από 1 μέτρο έως 5 μέτρα. Οι αποστάσεις αυτές δεν μπορούνε να μικρύνουν, μονάχα να μεγαλώσουν!
Και αυτό είναι το σπίτι μου.